Γιατί δεν βρίσκονται εκπαιδευτικοί για να διδάξουν στα σχολεία μας;
Γράφει ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΤΟΛΙΟΣ*
Είναι συνηθισμένο τα τελευταία χρόνια τα σχολεία να ξεκινούν τη λειτουργία τους με πολλά κενά εκπαιδευτικών. Εξαίρεση δεν αποτέλεσε ούτε η φετινή χρονιά, η οποία όπως έχουμε επισημάνει με διάφορους τρόπους, μεγάλος χαμένος ήταν η Ειδική Αγωγή και κάποιες από τις ειδικότητες που διδάσκουν μαθήματα όπως Εικαστικά, Θεατρική Αγωγή, Γυμναστική κλπ.
Ωστόσο μετά την πιο πρόσφατη, τρίτη φάση, αναπληρωτών, η οποία ήρθε βέβαια και αυτή με καθυστέρηση, αφού πρώτα είδαμε δύο… μισά δεύτερης φάσης επειδή το ΥΠΑΙΘΑ δεν μπορούσε να εξασφαλίσει τις απαραίτητες πιστώσεις για τις προσλήψεις, η Εκπαίδευση βρίσκεται μπροστά σε ένα καινούριο πρόβλημα: την έλλειψη δασκάλων. Ή, για να το θέσουμε πιο σωστά, την έλλειψη δασκάλων που επιθυμούν να δουλέψουν στην Εκπαίδευση κάτω από τις συνθήκες που έχουν επιβληθεί τα τελευταία χρόνια.
Τι συμβαίνει λοιπόν; Γιατί ενώ προκηρύσσονται θέσεις δεν βρίσκεται κανένας για να τις καταλάβει; Πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να σημειώσουμε ότι το χτύπημα αυτό ήταν το δεύτερο κατά σειρά. Το προειδοποιητικό καμπανάκι το ακούσαμε με τους σχολικούς νοσηλευτές, όπου παρά τα καλέσματα του ΥΠΑΙΘΑ δεν μπορούν να καλυφθούν τα κενά τους.
Τώρα μπήκαμε στη δεύτερη φάση, στην Ειδική Αγωγή, δηλαδή τις θέσεις οι οποίες καταλαμβάνονται είτε από αποφοίτους της αντίστοιχης σχολής, είτε από δασκάλους με μετεκπαίδευση στην Ειδική Αγωγή. Οι εκπαιδευτικοί αυτοί προορίζονται να καλύψουν κενά σε ειδικά σχολεία, παράλληλες στηρίξεις και τμήματα ένταξης. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα κενά αυτά εξακολουθούν να είναι πολλά, , τόσο στη Λέσβο όσο και στην υπόλοιπη Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι βρισκόμαστε πια στον μήνα Δεκέμβριο.
Γιατί λοιπόν δημιουργείται αυτό το πρόβλημα και πώς προσανατολίζεται να το λύσει η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας; Μήπως ως χώρα ξεμείναμε από δασκάλους; Κάθε άλλο. Δάσκαλοι υπάρχουν αλλά δεν δηλώνουν τα κενά του Υπουργείου. Για να καταλάβουμε γιατί συμβαίνει αυτό θα πρέπει να εξετάσουμε τους όρους με τους οποίους τους ζητείται να εργαστούν.
Πρώτα απ’ όλα οι προσκλήσεις αφορούν αναπληρωτές εκπαιδευτικούς. Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πράγματι διορισμοί στην εκπαίδευση (το ότι αυτοί οι διορισμοί δεν έχουν οδηγήσει στη μονιμοποίηση των εκπαιδευτικών αυτών, είναι θέμα μιας άλλης συζήτησης, η οποία ωστόσο δεν είναι άσχετη με αυτό που συζητάμε εδώ). Οι διορισμοί αυτοί όμως είναι ολοφάνερο ότι δεν αρκούν για να καλύψουν τις αφυπηρετήσεις όσων βγαίνουν στη σύνταξη. Δεν χρειάζεται άλλη απόδειξη για αυτό: οι αναπληρωτές αποτελούν πλέον το ένα τρίτο των υπηρετούντων εκπαιδευτικών.
Ο ένας λόγος λοιπόν που καθίσταται το επάγγελμα λιγότερο θελκτικό στα μάτια των εκπαιδευτικών είναι οι εργασιακές σχέσεις. Αναπληρωτής σημαίνει μειωμένα δικαιώματα σε σχέση με τους μόνιμους συναδέλφους τους και αυτό ισχύει σχεδόν για τα πάντα. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι προφανώς το Υπουργείο καταχράται τον θεσμό του αναπληρωτή. Οι αναπληρωτές προορίζονται κανονικά να καλύψουν έκτακτα, μη προβλέψιμα κενά, όπως για παράδειγμα μία μακροχρόνια άδεια ασθένειας. Εύκολα καταλαβαίνει κανένας ότι δεν ασθένησε ξαφνικά το ένα τρίτο των εκπαιδευτικών μας…
Το δεύτερο πρόβλημα είναι ότι οι αναπληρωτές καλούνται να υπηρετήσουν σε κάθε άκρη της χώρας. Δημοτικά σχολεία και νηπιαγωγεία υπάρχουν σε μέρη τα οποία αν τα ανέφερα θα κάνατε πολλή ώρα να τα εντοπίσετε στον χάρτη. Και καλώς υπάρχουν.
Το πρόβλημα είναι ότι όταν παραμένεις για δέκα και δεκαπέντε χρόνια αναπληρωτής και κάθε χρόνο βρίσκεσαι σε διαφορετικό τόπο, όταν οι αναπληρωτές (και κυρίως οι αναπληρώτριες που αποτελούν τη μεγάλη πλειοψηφία των εκπαιδευτικών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση) βρίσκονται σε ηλικία όπου είτε έχουν μικρά παιδιά, είτε ετοιμάζονται να αποκτήσουν, τότε οι συνεχείς αυτές μετακινήσεις μπορεί να αποτελούν ανυπέρβλητο πρόβλημα.
Επιπλέον οι μισθοί είναι τέτοιοι που τις περισσότερες φορές , παρόλο που εργάζεσαι, πρέπει να έχεις την οικονομική συνδρομή των γονέων σου για να ανταποκριθείς στα τρέχοντα έξοδά σου. Ουσιαστικά, δηλαδή, σε πολλές περιπτώσεις καλείσαι να πληρώσεις από την τσέπη σου προκειμένου να αποκτήσεις προϋπηρεσία, με την ελπίδα ότι κάποτε θα μονιμοποιηθείς.
Το πρόβλημα επιτείνεται από τη γενική ακρίβεια, αλλά κυρίως από το πρόβλημα της στέγης. Σε πολλές περιοχές της χώρας τα ενοίκια είναι απαγορευτικά για έναν αναπληρωτή, ή ακόμα και για έναν νεοδιόριστο εκπαιδευτικό. Μου έκανε εντύπωση πριν από μερικές μέρες όταν διάβασα έκκληση από γονιό από γνωστό κοσμοπολίτικο νησί των Κυκλάδων που έγραφε ότι οι κάτοικοι βρίσκονται σε απόγνωση γιατί εκπαιδευτικοί Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης δεν δηλώνουν τα σχολεία τους για να υπηρετήσουν και έτσι αυτά εξακολουθούν να έχουν μεγάλα κενά.
Παρέλειψε βέβαια να αναφέρει ότι στο νησί του τα ενοίκια είναι λίγο μικρότερα από το μηνιάτικο ενός εκπαιδευτικού. Παρέλειψε επίσης να αναφέρει ότι στο νησί του, αλλά και σε άλλα μέρη, οι εκπαιδευτικοί στην αρχή και στο τέλος της σχολικής χρονιάς, όταν τα σπίτια τα νοικιάζουν στους τουρίστες, μένουν σε αντίσκηνα στην παραλία ή κοιμούνται στα αυτοκίνητά τους.
Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα, λοιπόν, πολλοί εκπαιδευτικοί επιλέγουν να δηλώσουν για υπηρέτηση σχολεία μόνο της περιοχής τους ή το πολύ πολύ και σε κάποιον γειτονικό νομό, όπου θα μπορούν να πηγαινοέρχονται από το πατρικό τους σπίτι για να μειώσουν τα έξοδά τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ότι ενώ εκπαιδευτικοί που επιθυμούν να εργαστούν υπάρχουν, τα σχολεία μας εξακολουθούν και λειτουργούν με κενά.
Οι Ειδικές Προσκλήσεις στις οποίες προσανατολίζεται το ΥΠΑΙΘΑ προκειμένου να επιτρέψει στους εκπαιδευτικούς ουσιαστικά να αναθεωρήσουν τις επιλογές τους μικρά αποτελέσματα μπορούν να έχουν, γιατί δεν χτυπάνε στη ρίζα του το πρόβλημα.
Αν το Υπουργείο Παιδείας θέλει να βρει εκπαιδευτικούς για να εργαστούν θα πρέπει να προσφέρει μόνιμη εργασία και να βάλει το χέρι στην τσέπη. Και δεν εννοώ βέβαια την αύξηση που θα δώσει από την καινούρια χρονιά, η οποία κατά μέσο όρο θα είναι 50 ευρώ το μήνα.
Μετά από 13 χρόνια στα οποία όχι μόνο δεν έχει δοθεί καμία αύξηση, αλλά οι μισθοί κόλλησαν στα επίπεδα των μνημονίων, τότε που ο μισθός περικόπηκε, το επίδομα εξωδιδακτικής απασχόλησης καταργήθηκε, τα Δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και το Επίδομα Αδείας έγινε ανάμνηση του παρελθόντος, η αύξηση αυτή είναι σταγόνα στον ωκεανό.
Θα πρέπει ακόμα να βρει λύση στο στεγαστικό πρόβλημα. Τα ενοίκια σε κάποιες περιοχές είναι σε απαγορευτικά επίπεδα, ενώ το να έχεις εκπαιδευτικούς που να κοιμούνται με sleeping bag στην παραλία δεν ταιριάζει σε μία χώρα η οποία θέλει να υπερηφανεύεται για τον πολιτισμό της. Παρομοίως θα πρέπει να δοθεί λύση στο πρόβλημα των μετακινήσεων. Η έκπτωση που έδωσε το Υπουργείο για να μεταβούν οι αναπληρωτές στον τόπο πρόσληψής τους είναι στη σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο όταν αφήνεις την οικογένειά σου πίσω οι μετακινήσεις θα είναι συνεχείς και το οικονομικό κόστος μεγάλο.
Αν δεν θέλουμε να καταλήξουμε όπως κάποιες χώρες που κάνουν διεθνείς προσκλήσεις για να φέρουν δασκάλους από οπουδήποτε ακόμα και αν οι υποψήφιοι είναι αμφίβολο αν γνωρίζουν ικανοποιητικά τη γλώσσα στην οποία γίνονται τα μαθήματα, και που πάλι δεν καταφέρνουν να καλύψουν τα κενά τους, πρέπει να δούμε τι δεν κάνουμε καλά. Και σε αυτό είναι καλό είναι να μην ξεχνάμε ότι κανένας δεν δουλεύει από χόμπι. Νηστικό αρκούδι δεν χορεύει κ. Πιερρακάκη.